Friday, June 17, 2016

Οι λάμπες καραβάνι

Οι λάμπες καραβάνι


Η αύρα τον προσκάλεσε στο κέντημα του εβένου,
αθόρυβα, στα πιο βαθιά, περνούσ' η πλοηγίδα,
τ' απόνερα του φορτηγού, στον μόλο του πνιγμένου
ξεσπούσανε και ο αφρός μπροστά του αναπήδα.

Κι οι δυό, τόσο παράξενα, τραβούσαν για τα χάη,
φωνές νυμφών της θάλασσας στα κύματα πετούσαν,
τον ναυτικό συντρόφευαν για χρόνια στα πελάη
σ' ομίχλες κι άγνωρες ακτές, απ' όπου τον καλούσαν.

Το σύννεφο προχώραγε, της νύχτας αντιπροίκι,
αχνό σαν καντιοζάχαρη, της μάγισσας υφάδι,
τ' αέρι εκδρομή του νου κι η βάρκα βασιλίκι,
η πλοηγίδα έστέλνε σινιάλα στο σκοτάδι.

Θαλάσσιας αύρας άρωμα πλανιόταν στο λιμάνι,
φωλιάζοντας στην σκέψη του μετέτρεπε το δρόμο
σε σκιάσεις και φεγγίσματα, οι λάμπες καραβάνι
απείριζαν στο φέγγος τους της άβυσσου το νόμο.

2016-06-18,
© G. Venetopoulos, All rights reserved
(Iambic decapentasyllabic verse)

http://georgiosvenetopoulosverse.blogspot.gr/