Friday, March 31, 2017

The Warrior's End

The Warrior's End

The debris truck rolled on the asphalt road
meantime the sot upon the sidewalk spread;
a destiny of glory, thus, foretold,
assigned a straying rock to strike his head.

He fell inside the excavated ditch,
where an illusion swept his awesome mind;
a soldier was in world war one, (some glitch!)    
and fantasized he fought on frontal line!

The bright trajectories of missiles searched
for his protruded to the air behind,
that's why he ducked his head, henceforth farfetched,
convinced he was that his behind aligned.

The 'Warrior's End' some named this ditch dug land,
the stalwart ducked with bravery abstruse,
(a man of pride)  with his hindquarters' stand,
should thither face the enemy's abuse!

A red dressed gypsy femme, (rejoiced he left
to join the horrors of the evil dump,
with his protruding round behind bereft)   
felinely danced in his unmindful slump.

His sottish words (he thought) were shaping verse
and bulging out his combating derriere
allowed his warring shout to bout disperse·
therefore victoriously fought in guerre.

© 03-05-2013, G. Venetopoulos, All rights reserved
(Iambic pentameter)

Friday, March 24, 2017

Χωρίς εγγύηση

Χωρίς εγγύηση

Χωρίς εγγύηση, ευρώ κολλαριστά 12
δανείστηκαν απ' το ψωμί των πεινασμένων, 13
οχτάρια κάνουν με γαϊδούρια κουρδιστά
και χαλινάρια τα σκοινιά των κρεμασμένων.

Ο Καραγκιόζης στη σκηνή χαζογελά
με δύο ύβους να ζητάνε εποπτεία·
- τα άλτερ έγκο του - κι οι τρεις ανδρείκελα
που κολυμπάνε στη χλιδάτη αχαριστία.

Ψηλά, στα σύρματα, κοράκια τραγουδούν
με χάντρες-μάτια που ζυγίζουν και μετράνε·
εκεί θα σβήσουνε χωρίς  ν' αναληφθούν,
αμαρτωλοί γεννήθηκαν όσοι πεινάνε.

2017-03-24,
© G. Venetopoulos, All Rights Reserved
(12/13 syllables Iambic verse)

Wednesday, March 22, 2017

Γιώτα-χι βαπόρι

Γιώτα-χι βαπόρι

Στου λιμανιού τα μαγαζιά και τα μηχανουργεία
αλαφροπάτητη κυρά περνά σαν οπτασία
τεχνίτες τήνε χαιρετούν, εργάτες την θαυμάζουν
και οι καραβομαραγκοί κρυφοαναστενάζουν.

Γιατί θεά του Όλυμπου η δέσποινα εχρίσθη,
στου λιμανιού τα γαλανά νερά ενεφανίσθη
ωσάν νεράιδα του γυαλού με έξτρα λαρτζ καμπύλες
γι' αυτήν στα μπαρ οι ναυτικοί μεθάνε με τεκίλες.

Μ' αυτήν την θεία ευμορφιά, οι νιοί, μεταλλαγμένοι,
ουράνια βάλς χορεύουνε, ιδεατά, στη Βιέννη
και στα σοκάκια τραγουδούν παλιά του Μαργαρίτη,
τον έρωτά τους στέλνοντας στην νέα Αφροδίτη.

Καμπυλωτή κι αιθέρια εξηφανίσθη η κόρη,
μα όλοι λεν πως έφυγε με γιώτα-χι βαπόρι.

© 2017-03-22, G. Venetopoulos, All Rights Reserved
(σονέτο σε Ιαμβικό 15σύλλαβο)

Saturday, March 18, 2017

Betokening the sign

Betokening the sign

For days we sailed beneath the Southern stars,
a route along the undiscovered lines,
we heard a voice emerging from the brines,
'the ocean carries unforgiven mars.'

Three demons whirl'd upon the iron wood
while carelessly we danced; I blamed the grog,
we heard the gulls from the surrounding fog·
abaft the stern, evanescing, becrowed.

The ferryman was tracking us on sight,
his ghostly schooner floating in the dusk,
macabre our foretelling, tasted brusque,
thus blinking were in distance his dead lights.

The vessel's dunnages then creaked; conjured
our recklessness conducted us to hell
throughout the fog, the stern bell rang its knell,
- I saw the orchard of those souls who erred.

I heard the reef rock shattering the bilge,
the vessel heeled to starboard, cut across,
then bedded on the bottom's algae moss,
its dimming lights attempting to effulge.

Our vessel rested on the seaweed bed,
we danced and laughed moreo'er our way to yon,
how come you have not heard the bell and horn
betokening the sign that we were dead?

© 02-06-2013, G. Venetopoulos, All rights reserved
(Iambic pentameter)

Monday, March 6, 2017

Η κόρνα

Η κόρνα

Πλωριός καιρός ανάστρεψε τον χρόνο 11
στα ενδότερα του πλοίου και τριγύρω στην ακτή 14
εκεί που ακούγονταν μια κόρνα μόνο
και ο ασκός ενός μαέστρου πιφιρτζή .

Κατέβαιν' ο καπνός από τα τρία
φουγάρα του, καλύπτοντας τα υδατοστεγή,
οι ναυτικοί του απ' την Αχερουσία
μας προσκαλούσαν στης Στυγός τα αφεγγή.

Αργά προχώραγαν τουλίπια μαύρα
σε συνεχή ταλάντωση, δεξιά κι αριστερά,
διστακτικά εφύσαγεν η αύρα 
ο Πολικός Αστέρας μας κοιτούσε ειρωνικά.

Του καραβιού θα ήτανε η κόρνα
ή τρείς ψυχές-φαντάσματα, χαμένων ναυτικών,
όσους πνιγήκαν ο ουρανός συχώρνα
κι αυτούς που ξεφαντώναν σε χορούς αερικών.

Η αιθάλη κάλυπτε την παραλία
τα σκόρπια φώτα της αναβοσβήναν μοναχά
η πλημμυρίδα με αλλοτροπία
τα προετοίμαζε να βυθιστούν στην καταχνιά.

Η κόρνα χαιρετούσε τον Πορθμέα
με δυό ιστούς να απειρίζονται στον ουρανό
στον ένα η φθαρμένη μας σημαία
στον άλλο οι χοροί μας που πνιγήκαν στο νερό.

2017-03-07
© G. Venetopoulos, all rights reserved
(11/14 syllables Ιambic verse - surreal poetry)

Saturday, March 4, 2017

ατσάλινο σφυρήλατο

ατσάλινο σφυρήλατο

Περήφανα στον άνεμο το βάνδο του Ακρίτα
δεν υποστέλλεται, κι αυτός δεν σκύβει το κεφάλι,
στρατιώτης, δεν εγνώρισε στον πόλεμο την ήττα
κι απ' την σκοπιά του Αγαρηνοί δεν έχουνε εισβάλει.

Χειρότερη απ' τον θάνατο είν' η σκλαβιά της γης του
η Πόλη έπεσε κι αυτός τα στίφη περιμένει,
αυτός είν' ο προορισμός του Έλληνα Αρίστου,
- στο αίμα στέκει η λευτεριά, αποκαθηλωμένη.

Γιατί ο Ακρίτας μόνος του, στον πόλεμο πηγαίνει
στον κίνδυνο δεν σκιάζεται, τον Άδη δεν φοβάται,
με ατσάλινο σφυρήλατο σπαθί ζει και πεθαίνει
με Ολύμπιους ημίθεους μονάχα προσμετράται.

2017-03-04,
© G. Venetopoulos, All rights reserved
(Iambic decapentasyllabic verse)