Thursday, March 3, 2016

Το σκιάχτρο

Το σκιάχτρο

Μακρυά, στην άκρια του κάμπου εστήθη,
ψιλό χιονόνερο και μαύρο ορνίθι,
πιερότοι ρήτορες δημαγωγούσαν,
σκυλιά οσφραίνουνταν και αλυχτούσαν.

Τα νέφη έφευγαν, πραματευτάδες,
τριγύρα χόρευαν αριές νιφάδες
υποστηρίζοντας την αδειοσύνη,
του σκότους τ' άπλωμα, και την οδύνη.

Φωνές καλούσανε, βαθειά στα δάσα
με τρόμπες, κύμβαλα και κοντραμπάσα
μορφές που πέταγαν, χαμογελούσαν
και μόνο ανάλαφρα, στη γη πατούσαν.

Ομίχλες ήτανε ετούτοι, τάχα,
του δάσου πνέματα ή σκιές μονάχα;
Στο σκιάχτρο κάθησε μονό κοράκι
τα δέντρα στέκουνταν - χωροφυλάκοι.

Ω! Πόσο άξιο το σκιάχτρο εφάνη
στα δάσα απέναντι και το μεϊντάνι
σανίδια αφρόντιστα και σκεβρωμένα
μανίκια που έχασκαν κουρελιασμένα.

2016-03-03 © G. Venetopoulos, All rights reserved
(Ιαμβικός ενδεκασύλλαβος)